
Η συμφωνία με την Γαλλία προκάλεσε ενθουσιασμό και έφερε έναν αέρα αυτοπεποίθησης σε πολλά επίπεδα, επίσημα ή λιγότερο επίσημα, στην χώρα μας. Ως προς το περιεχόμενο του ενθουσιασμού ο παρονομαστής παρουσιάζει ενδιαφέρον. Σε πολλά υποστηρικτικά της συμφωνίας δημοσιεύματα και τοποθετήσεις διακρινόταν η ικανοποίηση για την συγκρότηση μιας συμμαχικής σχέσης πέρα από τις ήδη υπάρχουσες στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ ή της ΕE. Είναι μια γενική έμμεση παραδοχή ότι οι υπάρχουσες συμμαχίες δεν προστατεύουν τα εθνικά συμφέροντα της Ελλάδας, ούτε προστατεύουν την επικράτεια και την κυριαρχία της.
Ο ενθουσιασμός αυτός κάλυψε τις ενστάσεις που προκύπτουν από την ίδια την ουσία της συμφωνίας. Δεν αναφερόμαστε στα εύκολα και επικοινωνιακά, την πιθανολογούμενη αποστολή Ελλήνων στρατιωτών στο Μαλί ή στην… Πολυνησία! Δεν χρειάστηκε ιδιαίτερη συμφωνία με κανένα για να βρεθούν Έλληνες στρατιώτες στην Σαουδική Αραβία. Όταν μετέχεις στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ περιμένεις κάτι τέτοια να σου συμβούν.
Η ουσία βρίσκεται στο ερώτημα εάν η συμφωνία αυτή απαντά στις ανάγκες της Ελλάδας στην συγκυρία που έχει διαμορφωθεί και στο είδος των απειλών που καλείται να αντιμετωπίσει. Να ξεκινήσουμε από τον στρατιωτικό τομέα (τον πολιτικό θα τον αφήσουμε για άλλο δημοσίευμα). Η σχέση με την Γαλλία αποτυπώθηκε σε δύο μεγάλες παραγγελίες στρατιωτικού εξοπλισμού: Δεκαοκτώ συν έξι αεροσκάφη Rafale και τρεις, ίσως και μια ακόμα, φρεγάτες Belh@rra.