Διερευνητικές επαφές

Ελλάδα Τουρκία: Καμία πρόσκληση για διερευνητικές επαφές ...

Του Μανόλη Καψή

Είναι φαινομενικά παράδοξο, αλλά την ημέρα που κατατέθηκε στη Βουλή το νομοσχέδιο για την επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης στο Ιόνιο στα 12 μίλια, η Άγκυρα ανακοίνωνε την πρόσκληση προς την Ελλάδα, για επανέναρξη των διερευνητικών επαφών μεταξύ των δυο χωρών, που έχουν παγώσει από το 2016. (Στην πραγματικότητα πολύ νωρίτερα, αλλά ας δεχθούμε το 2016).

Τα φαινομενικά παράδοξα συνεχίζονται και στο περιεχόμενο του διαλόγου Αθήνας και Άγκυρας, αφού ο μεν Τσαβούσογλου κάλεσε σε διάλογο χωρίς προϋποθέσεις, για να του απαντήσει λίγη ώρα μετά ο πρωθυπουργός, ότι η χώρα μας προσέρχεται στον διάλογο «για το ένα και μόνο ζήτημα που αντιμετωπίζουμε, και που δεν είναι άλλο από τον καθορισμό των θαλασσίων ζωνών στο Αιγαίο». Δεν υπάρχει συμφωνία ούτε καν στην ατζέντα της συζήτησης.

Φαινομενικά παράδοξο, γιατί ορισμένοι υποστηρίζουν ότι αυτό που ανακοινώθηκε ως πρώτη «επέκταση της επικράτειας της χώρας από το 1947”, είναι στην ουσία και μια κίνηση καλής θέλησης προς τη γειτονική χώρα. Αφού η «μερική επέκταση” των χωρικών υδάτων στο Ιόνιο, υπονοεί (ή και αποδέχεται) τις «ειδικές περιστάσεις” που επικρατούν στο Αιγαίο. Αλλωστε, υπάρχει πάντα και το casus belli.

Ακόμα πιο παράδοξο φαίνεται εκ πρώτης όψεως και το γεγονός ότι στο νομοσχέδιο για την επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης στο Ιόνιο, στη δεύτερη μόλις παράγραφο, διαμηνύεται, πως η Ελληνική Δημοκρατία επιφυλάσσεται για την άσκηση και στις λοιπές περιοχές της επικράτειάς της, των αντίστοιχων δικαιωμάτων της, όπως αυτά απορρέουν από τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας, η οποία αποτυπώνει διεθνές εθιμικό δίκαιο.

Με δυο λόγια, το δικαίωμα της Ελλάδας να επεκτείνει τα χωρικά ύδατα στα 12 μίλια στο Αιγαίο παραμένει αναλλοίωτο και μπορεί να ασκηθεί ανά πάσα στιγμή. Το δήλωσε και ο Νίκος Δένδιας στη Βουλή, την ώρα της ψήφισης του νομοσχεδίου. Αυτό και αν είναι παράδοξο.

Γιατί αν δεν κάνω λάθος, εφόσον η Ελλάδα ασκήσει το δικαίωμα της επέκτασης της αιγιαλίτιδας ζώνης στα 12 μίλια και στο Αιγαίο, η ελληνική κυριαρχία από το 43,68% που είναι σήμερα αυξάνεται στο 71,53% και περίπου τα 2/3 του Αιγαίου περιέρχονται στην Ελλάδα. Υπό αυτές τις συνθήκες τι να συζητάμε για υφαλοκρηπίδα; Δεν μένει και πολλή έκταση για να αξίζει τις διαπραγματεύσεις.

Ολα αυτά είναι φυσικά γνωστά από το παρελθόν και ανήκουν στο παραδοσιακό «τελετουργικό” των ελληνοτουρκικών σχέσεων και διαπραγματεύσεων, χωρίς τα φαινομενικά παράδοξα να έχουν εμποδίσει και φάσεις καλής γειτονίας και θερμών σχέσεων ανάμεσα στις δύο χώρες ή και φάσεις πραγματικής σύγκλισης απόψεων.

Είναι άλλωστε κοινό μυστικό ότι επί εποχής Σημίτη, Ελλάδα και Τουρκία είχαν φθάσει πολύ κοντά σε έναν έντιμο συμβιβασμό στο Αιγαίο, και για την αιγιαλίτιδα ζώνη και για την υφαλοκρηπίδα, που όμως η κυβέρνηση Καραμανλής δεν τόλμησε να υιοθετήσει, από τον φόβο του πολιτικού κόστους.

Σήμερα τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. Όπως σωστά το διατύπωσε ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας, η σημερινή Τουρκία με την οποία διαπραγματευόμαστε, δεν είναι η Τουρκία που γνωρίζαμε στο παρελθόν. Διαπραγματευόμαστε με μια διαφορετική χώρα. Εξ ου και δεν γνωρίζουμε πραγματικά τις προθέσεις της. Θέλει την εξεύρεση μιας λύσης ή προσέρχεται στον διάλογο προσχηματικά;

Νομίζω ότι το διατύπωσε ωραία χθες το πρωί σε μια συνέντευξη στον Παύλο Τσίμα και στο ραδιόφωνο του Σκάι, ο πρόεδρος του ΕΛΙΑΜΕΠ Λουκάς Τσούκαλης. «Συστατικό στοιχείο της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας είναι η μη προβλεψιμότητα.”

Η Ελλάδα προσέρχεται με ειλικρινή διάθεση για εξεύρεση λύσης, αλλά δείχνει περισσότερο πρόθυμη το θέμα να παραπεμφθεί στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, αφού σωστά εκτιμά ότι ένας έντιμος συμβιβασμός θα είναι εξαιρετικά δύσκολος ούτως η άλλως, ενώ πολιτικά θα είναι κάτι περισσότερο από Γολγοθάς. Δεν μας έχουν συνηθίσει οι πολιτικές δυνάμεις σε ιδιαίτερο σθένος για τους απαραίτητους συμβιβασμούς. Ενώ η κρίση του Διεθνούς Δικαστηρίου θα είναι δεσμευτική και υποχρεωτική.

Το ερώτημα φυσικά παραμένει. Τι επιδιώκει η Τουρκία;

Ας σημειωθεί ότι σύμφωνα με τους ειδικούς, η Τουρκία δεν εμπιστεύεται την κρίση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, όχι γιατί δεν πιστεύει στην βασιμότητα των νομικών επιχειρημάτων της, αλλά γιατί πιστεύει ότι «ένα διεθνές δικαιοδοτικό όργανο θα μεροληπτούσε σε βάρος των Τούρκων, γιατί υπάρχει έντονη προκατάληψη εναντίον τους, ενώ αντιθέτως οι Ελληνες παραμένουν, όπως και κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, το αγαπημένο παιδί της Ευρώπης και γενικά της διεθνούς κοινωνίας” (βλ Αλέξης Ηρακλείδης, Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειος, εκδόσεις Θεμέλιο).

Υπ αυτές τις συνθήκες, δεν θα ήμουν και εξαιρετικά αισιόδοξος για τη εξέλιξη ή τουλάχιστον για την αποτελεσματικότητα και την κατάληξη των διερευνητικών επαφών.

πηγη