Κάποια μέρα ξύπνησα κι ήταν νύχτα.
Σηκώθηκα νωχελικά ,ζαλίστηκα κι αμέσως ξανακάθισα.
Το κρεβάτι μού φάνηκε τόσο θελκτικά ζεστό όμως που ξάπλωσα ξανά και κοιμήθηκα.
_
Όταν ξύπνησα ήταν όμορφη μέρα.
Τα αστέρια λαμπύριζαν στον ουρανό.
Σηκώθηκα γεμάτος χαρά να ζήσω, πήγα στο μπάνιο, έριξα με ορμή νερό στο πρόσωπο
Και τότε ένιωσα να πνίγομαι. Φοβήθηκα πολύ.
Δεν πήγα πουθενά, ξάπλωσα κι άφησα τ’ αστέρια ξανά αμέτρητα.
_
Το κορμί μου είχε ήδη αρχίσει να ατροφεί.
Τα πόδια μου δεν υπάκουαν στη βούληση και τα χέρια πάσχιζαν να εκφραστούν.
Οι μορφές στους τοίχους ίσα που διακρίνονταν στα απαίδευτα μάτια.
Δε σηκώθηκα καν.
–
Ο ύπνος ήταν βαθύς.
Ονειρεύτηκα πως είχα χάσει την όρεξη για ζωή.
Ευτυχώς ξύπνησα.
Και συνειδητοποίησα πως δεν υπήρχε πια ζωή.
–
–
Shortlink: http://wp.me/p1pa1c-iOy